Δείτε επίσης: complement

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈkɒmpləmənt/ (βρετανικό)
ομόηχο: complement (συμπλήρωμα)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
compliment compliments

compliment (en)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
ενεστώτας compliment
γ΄ ενικό ενεστώτα compliments
αόριστος complimented
παθητική μετοχή complimented
ενεργητική μετοχή complimenting

compliment (en)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
compliment compliments

compliment (fr) αρσενικό