committer
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
committer | committers |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcommitter (en)
- (πληροφορική) υπεύθυνος, επιμελητής, το πρόσωπο που αναλαμβάνει την ευθύνη των μεταβολών που κάνει ομάδα προγραμματιστών στον πηγαίο κώδικα λογισμικού σε ένα σύστημα ελέγχου εκδόσεων
Δείτε επίσης
επεξεργασία- committer στην αγγλική Βικιπαίδεια