Ετυμολογία

επεξεργασία
commémoration < λατινική commemoratio

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
commémoration commémorations

commémoration (fr) θηλυκό

  1. η αναμνηστική τελετή, εορτασμός στη μνήμη κάποιου
     συνώνυμα: anniversaire, fête
  2. (θρησκεία) το μνημόσυνο

Συγγενικά

επεξεργασία