ενεστώτας come by
γ΄ ενικό ενεστώτα comes by
αόριστος came by
παθητική μετοχή come by
ενεργητική μετοχή coming by

  Ετυμολογία

επεξεργασία
come by < → δείτε τις λέξεις come και by

come by (en)

  • περνώ από κάποιον, επισκέπτομαι κάποιον
    ⮡  What time does the paperboy come by?
    Τι ώρα περνάει το παιδί με τις εφημερίδες;
    ⮡  The plumber called and said that he would come by at ten.
    Τηλεφώνησε ο υδραυλικός και είπε θα περάσει στις δέκα.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη stop by