centimetru
Ρουμανικά (ro)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcentimetru (ro) αρσενικό
Κλίση
επεξεργασία κλίση του centimetru
ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | |
ονομαστική | un centimetru | centimetrul | nişte centimetri | centimetrii |
γενική | a unui centimetru | centimetrului | a unor centimetri | centimetrilor |
δοτική | unui centimetru | centimetrului | unor centimetri | centimetrilor |
αιτιατική | un centimetru | centimetrul | nişte centimetri | centimetrii |
κλητική | — | - | — | - |