παραθετικά
θετικός careless
συγκριτικός more careless
υπερθετικός most careless

  Ετυμολογία

επεξεργασία
careless < care + -less

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈkeə.ləs/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈker.ləs/ (ΗΠΑ)
 

  Επίθετο

επεξεργασία

careless (en)

  • απρόσεκτος
    ⮡  Careless use of the clutch may damage the gears.
    Η απρόσεκτη χρήση του συμπλέκτη μπορεί να προκαλέσει ζημιά στις ταχύτητες.

Συγγενικά

επεξεργασία