Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

can vermek < can (ψυχή) + vermek (δίνω)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /d͡ʒɑn veɾˈmɛc/

  Ρήμα επεξεργασία

can vermek (tr)

Κλίση επεξεργασία