• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

cabinet

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ουσιαστικό
  • 2 Γαλλικά (fr)
    • 2.1 Προφορά
    • 2.2 Ουσιαστικό
  • 3 Ρουμανικά (ro)
    • 3.1 Ουσιαστικό
      • 3.1.1 Συνώνυμα

Αγγλικά (en) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

cabinet (en)

  1. ντουλάπα
  2. υπουργικό συμβούλιο



Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

cabinet (βοήθεια·αρχείο)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ενικός πληθυντικός
cabinet cabinets

cabinet (fr) αρσενικό

  1. μικρό δωμάτιο
    cabinet médical - ιατρείο
    Cabinet de toilettes - η τουαλέτα, το αποχωρητήριο
  2. γραφείο



Ρουμανικά (ro) Επεξεργασία

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

cabinet (ro)

  • τουαλέτα

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • WC
  • closet
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=cabinet&oldid=4824329"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Αυγούστου 2020, στις 20:05

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Αυγούστου 2020, στις 20:05.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie