Δείτε επίσης: build-up, buildup

Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας build up
γ΄ ενικό ενεστώτα builds up
αόριστος built up
παθητική μετοχή built up
ενεργητική μετοχή building up

  Ετυμολογία επεξεργασία

build up < → δείτε τις λέξεις build και up

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /bɪld ʌp/ (βρετανικό)
 

  Ρήμα επεξεργασία

build up (en)

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία