Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
broker
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Συγγενικά
2
Γαλλικά
(fr)
2.1
Ετυμολογία
2.2
Προφορά
2.3
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
broker
(en)
χρηματιστής
μεσίτης
πράκτορας
(ναυτιλιακός, ασφαλιστικός κλπ)
Συγγενικά
επεξεργασία
brokerage
brokership
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
broker
<
αγγλική
broker
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
bʁɔ.kœʁ
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
broker
brokers
broker
(fr)
αρσενικό
ο
χρηματιστής
≈
συνώνυμα
:
trader
(
κατ’ επέκταση
)
ο
πράκτορας
≈
συνώνυμα
:
courtier