betteravier
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- betteravier < betterave
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | betteravier | betteraviers |
θηλυκό | betteravière | betteravières |
betteravier (fr) αρσενικό
- σχετικός με το παντζάρι
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
betteravier | betteraviers |
betteravier (fr) αρσενικό