Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

bail in < → δείτε τις λέξεις bail και in

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
bail in bail ins

bail in (en)

Άλλες γραφές επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • bail in στην αγγλική Βικιπαίδεια