ενικός         πληθυντικός  
bécane bécanes

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

bécane (fr) θηλυκό

  1. (οικείο) το ποδήλατο
     συνώνυμα: bicyclette
  2. (οικείο) το κομπιούτερ
     συνώνυμα: ordinateur
  3. (αργκό) η μηχανή (μηχανάκι, μοτοποδήλατο, μοτοσικλέτα)
     συνώνυμα: mobylette, moto