antaŭvido
(Ανακατεύθυνση από antauvido)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | antaŭvido | antaŭvidoj |
αιτιατική | antaŭvidon | antaŭvidojn |
antaŭvido (eo)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- antauvido στο H-sistemo
- antauxvido στο X-sistemo