altnivela
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | altnivela | altnivelaj |
αιτιατική | altnivelan | altnivelajn |
altnivela (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | altnivela | altnivelaj |
αιτιατική | altnivelan | altnivelajn |
altnivela (eo)