akvoprenejo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvoprenejo | akvoprenejoj |
αιτιατική | akvoprenejon | akvoprenejojn |
akvoprenejo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvoprenejo | akvoprenejoj |
αιτιατική | akvoprenejon | akvoprenejojn |
akvoprenejo (eo)