aile
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟμώνυμα / Ομόηχα
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
aile | ailes |
aile (fr) θηλυκό
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαaile (tr)
- η οικογένεια
- η γυναίκα, η σύζυγος