aglomeraĵo
(Ανακατεύθυνση από aglomerajho)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aglomeraĵo | aglomeraĵoj |
αιτιατική | aglomeraĵon | aglomeraĵojn |
aglomeraĵo (eo)
- συσσωμάτωμα
- αστική περιοχή
Άλλες γραφές
επεξεργασία- aglomerajho στο H-sistemo
- aglomerajxo στο X-sistemo