Ετυμολογία

επεξεργασία
afiŝhomo < afiŝ(o) + homo

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική afiŝhomo afiŝhomoj
αιτιατική afiŝhomon afiŝhomojn

afiŝhomo (eo)

Άλλες γραφές

επεξεργασία