aerpoŝtmarko
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aerpoŝtmarko | aerpoŝtmarkoj |
αιτιατική | aerpoŝtmarkon | aerpoŝtmarkojn |
aerpoŝtmarko (eo)
- γραμματόσημο για ταχυδρομείο μέσω του αέρα