Ετυμολογία

επεξεργασία
aerostatisto < aerostat(o) + -ist- + -o

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική aerostatisto aerostatistoj
αιτιατική aerostatiston aerostatistojn

aerostatisto (eo)