Ετυμολογία

επεξεργασία
  1. VAE < Validation des Acquis de l'Expérience
  2. VAE < Vélo à Assistance Electrique

  Συντομομορφή

επεξεργασία

VAE (fr) θηλυκό άκλιτο

  1. (Γαλλία) διαδικασία χάρη στην οποία κάποιος μπορεί να εγγραφεί και να παρακολουθήσει σπουδές παίρνοντας την ισοδυναμία ορισμένων μαθημάτων χάρη στην πρακτική εμπειρία του
  2. ποδήλατο με ηλεκτρικό κινητήρα ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί όποτε το θελήσει ο αναβάτης του