Δείτε τις παραλλαγές λατινικά V v - ελληνικό ν - σύμβολο λογικής

Ετυμολογία

επεξεργασία
V < το κεφαλαίο V του λατινικού αλφαβήτου

V

  1. (φυσική) σύμβολο του βολτ
  2. (χημεία) το διεθνές σύμβολο του βαναδίου
  3. (βιοχημεία) σύμβολο του αμινοξέος: βαλίνη. Συντομογραφείται και ως Val



Χαρακτήρας

επεξεργασία

V

  V

  • γράμμα του αζεριανου αλφάβητου
Αζεριανό αλφάβητο
Αραβικό Λατινικό Κυριλικό Λατινικό IPA
—19181918—-19391958—-19911991—
V vB вV v
ΔΦΑ : /v/