Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

MOOC < Massive Open Online Course

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /muːk/

  Συντομομορφή επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
MOOC MOOCs

MOOC (en) ακρωνύμιο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • MOOC στην αγγλική Βικιπαίδεια