Coy
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
Coy | Coys |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Coy < παραλλαγή του επωνύμου McCoy (προέλευσης από την ιρλανδική γαελική )
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Coy (en) αρσενικό ή θηλυκό
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
- οικισμός των ΗΠΑ, στην πολιτεία Μιζούρι, ο οποίος έλαβε το όνομά από έναν τοπικό έμπορο ονόματι George McCoy
Άλλες γραφές επεξεργασία
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Coy < προέλευσης από την αγγλική Coy
Κύριο όνομα επεξεργασία
Coy (de) αρσενικό ή θηλυκό