-θι
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- -θῐ < (κληρονομημένο) πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *-dʰi αντίστοιχο του σανσκριτικού धा (dhā) στο द्विधा (dvidhā) ή κατ' άλλη άποψη πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *-gwhi[1] ζεύγος με -θε(ν), πιθανώς δε με -θα και -σε
Επίθημα
επεξεργασία-θῐ
- κατάληξη της τοπικής πτώσεως
- παραγωγική κατάληξη τοπικών επιρρημάτων από ουσιαστικά, επίθετα και αντωνυμίες
- ⮡ ἀγρόθῐ, ἄλλοθι, ἀμφοτέρωθῐ, ἔνδοθῐ
Σύνθετα
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- αρχικώς στην τοπική πτώση δήλωνε τον τόπο που βρίσκεται κάποιος ή κάτι
- Απαντά μόνον στον Όμηρο και μεθομηρικά στους συγγραφείς που χρησιμοποιούν τη γλώσσα του αλλά όχι στην αττική διάλεκτο
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ -θι - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012