-δίαιτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- -δίαιτος < αρχαία ελληνική -δίαιτος < δίαιτα
Επίθημα
επεξεργασία-δίαιτος
- επίθημα σύνθετων επιθέτων, που δίνει στη σύνθετη λέξη τη σημασία «αυτός που ζει από / σε» αυτό που δηλώνει το αʹ συνθετικό
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία -δίαιτος
|