Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

Αρχικοί
χρόνοι
Φωνή
Eνεργητική
Φωνή
Μέση & Παθητική
Ενεστώτας  ὕω   ὕομαι 
Παρατατικός  ὗον 
Μέλλοντας  ὕσω   ὕσομαι 
Αόριστος  ὗσα   ὕσθην 
Παρακείμενος  ὗσμαι 
Υπερσυντέλικος
Συντελ.Μέλλ.

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὕω < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

ὕω

  1. (μετεωρολογία) βρέχω, στέλνω βροχή
    ※  8ος αιώνας   Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 14 (ξ. Ὀδυσσέως πρὸς Εὔμαιον ὁμιλία.), στίχ. 457 (457-458)
    Νὺξ δ᾽ ἄρ᾽ ἐπῆλθε κακή, σκοτομήνιος· ὗε δ᾽ ἄρα Ζεὺς | πάννυχος, αὐτὰρ ἄη Ζέφυρος μέγας αἰὲν ἔφυδρος.
    Αλλά τους βρήκε άσχημη νύχτα, αφέγγαρη και μαύρη, | ο Δίας έβρεχε ολονύχτιος, φυσούσε δυνατά ο υγρός πουνέντες.
    Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
    ※  7ος↑ αιώνας Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 552 (552-553)
    ἄλλοτε μέν θ᾽ ὕει ποτὶ ἕσπερον, ἄλλοτ᾽ ἄησιν, |πυκνὰ Θρηικίου Βορέω νέφεα κλονέοντος.
    κι άλλοτε βρέχει προς το βράδυ κι άλλοτε φυσά, | σαν ο βοριάς της Θράκης τα πυκνά τα σύννεφα ταράζει.
    Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 4 (Μελπομένη), 50.3
    ὕει γὰρ δὴ τὸ θέρος
    γιατί το καλοκαίρι πια βρέχει.
    Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
  2. (στη μέση και παθητική φωνή) βρέχομαι, βρέχω
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 3 (Θάλεια), 10.3
    ὕσθησαν γὰρ Θῆβαι αἱ Αἰγύπτιαι, οὔτε πρότερον οὐδαμὰ ὑσθεῖσαι οὔτε ὕστερον τὸ μέχρις ἐμεῦ, ὡς λέγουσι αὐτοὶ Θηβαῖοι. οὐ γὰρ δὴ ὕεται τὰ ἄνω τῆς Αἰγύπτου τὸ παράπαν· ἀλλὰ καὶ τότε ὕσθησαν αἱ Θῆβαι ψακάδι.
    έβρεξε στην αιγυπτιακή Θήβα, όπου δεν είχε βρέξει ποτέ πριν ούτε μετά, ώς τα δικά μου χρόνια, καθώς λένε οι ίδιοι οι Θηβαίοι. Γιατί στην απάνω μεριά της Αιγύπτου δεν βρέχει καθόλου· και τότε όμως στη Θήβα απλώς ψιχάλισε.
    Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 193.1
    ἡ δὲ γῆ τῶν Ἀσσυρίων ὕεται μὲν ὀλίγῳ, καὶ τὸ ἐκτρέφον τὴν ῥίζαν τοῦ σίτου ἐστὶ τοῦτο.
    Πέφτει λίγη βροχή στη χώρα των Ασσυρίων, ίσα που φτάνει για να πιάσει ρίζα το σπαρτό.
    Μετάφραση (1964): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr

Παράγωγα επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία