Ετυμολογία

επεξεργασία
ὄνος λύρας (ἀκούων) < → δείτε τις λέξεις ὄνος, λύρας και λύρα


  Έκφραση

επεξεργασία

ὄνος λύρας (ἀκούων) (ελληνιστική κοινή)