Ἑρμάριον
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ἑρμάριον (ελληνιστική κοινή) < η προτομή το οδοδείκτη αρχαία ελληνική Ἑρμ(ῆς) + υποκοριστικό επίθημα -άριον (η ετυμολόγηση, όπως στο παράθεμα)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἙρμάριον ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)
- (υποκοριστικό) μικρή ερμαϊκή στήλη
- ※ ΕΜ.146.56 - Μέγα Ετυμολογικόν (Etymologicum Μagnum) (1816) Λειψία: Lipsiae Apud J.A.G. Weigel. @archive.org
- Ἀρμάριον. ὅτι τὰ λεγόμενα παρ’ ἡμῖν ἀρμάρια, ἑρμάρια ὀϕείλουσι λέγεσθαι, ὡς εὗρον ἐν τοῖς σχολίοις τοῦ ἁγίου Διονυσίου, ἀρχῇ τοῦ ϑῆτα κεφαλαίου περὶ τῶν θείων ὀνομάτων. οἱ γὰρ Ἕλληνες οἷα τινὰς ἀνδριάντας ἐποίουν, μήτε χεῖρας μήτε πόδας ἔχοντας· τούτος δὲ Ἑρμᾶς ἐκάλουν· οὗ ὑποκοριστικὸν, ἑρμάριον. […]
- ΣτΕ: Η δασεία στο «ἑρμάριον» (στη σημασία: ντουλάπι), λόγω της παρετυμολόγησης από τις Ερμές (Ἑρμαῖ). Τα «σχόλια» στο «περὶ τῶν θείων ὀνομάτων» του Διονυσίου Αρεοπαγίτη, στη βιβλιογραφία(όπως DGE): Pseudo Dionysius Areopagita scriptor ecclesiasticus, De diuinis nominibus στο ⌘Patristische Texte und Studien, Τόμος 33. Τα Scholia στον Τόμο 62.
- ※ ΕΜ.146.56 - Μέγα Ετυμολογικόν (Etymologicum Μagnum) (1816) Λειψία: Lipsiae Apud J.A.G. Weigel. @archive.org
Πηγές
επεξεργασία- Ἑρμάριον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.