ἐπί τό κρεῖττον
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἐπὶ τὸ κρεῖττον < αρχαία ελληνική ἐπὶ τὸ κρεῖττον → δείτε τις λέξεις ἐπί και κρείττων
Έκφραση
επεξεργασίαἐπὶ τὸ κρεῖττον
- (καθαρεύουσα) προς το καλύτερο, προς βελτίωση της τρεχούσης καταστάσεως
- ※ Διὰ τῆς συνδρομῆς τοῦ θρόνου καὶ τοῦ ἔθνους ἐθεμελιώθη τὸ σύνταγμα. Διὰ τῆς αὐτῆς συνδρομῆς ἐπίσης εἰλικρινῶς καὶ νομίμως θέλουν ἀναπτυχθῆ προοδευτικῶς καὶ ζωογωνηθῆ ἐπὶ τὸ κρεῖττον αἱ θεσμοθεσίαι μας.
- ≈ συνώνυμα: επί τα βελτίω
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ἐπί τό κρεῖττον
|