Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο.
Παρατηρήσεις:  Πώς τονίζεται το ουδέτερο στον πληθυντικό για τα -αος > -ως? Το -α θεωρείται βραχύ? Χρειάζεται περισπωμένη? Μήπως δεν κάνει -α αλλά -ω? Μήπως παραμένει ασυναίρετο ως ἀγήραᾰ αντί ἀγήρᾱ. Παρακαλώ, δείτε και το πολύχρως. Ευχαριστώ ‑‑Sarri.greek  | 01:06, 25 Αυγούστου 2022 (UTC)

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀγήρως < ἀ- + γῆρας

  Επίθετο

επεξεργασία

ἀγήρως, -ως, -ων (αττικός τύπος του ἀγήραος)

  1. που δεν γεράζει
  2. που δεν παρακμάζει
  3. που δεν πεθαίνει, αθάνατος
    ※  5ος πκε αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 43.2
    κοινῇ γὰρ τὰ σώματα διδόντες ἰδίᾳ τὸν ἀγήρων ἔπαινον ἐλάμβανον καὶ τὸν τάφον ἐπισημότατον