ἀγήρως
Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: Πώς τονίζεται το ουδέτερο στον πληθυντικό για τα -αος > -ως? Το -α θεωρείται βραχύ? Χρειάζεται περισπωμένη? Μήπως δεν κάνει -α αλλά -ω? Μήπως παραμένει ασυναίρετο ως ἀγήραᾰ αντί ἀγήρᾱ. Παρακαλώ, δείτε και το πολύχρως. Ευχαριστώ ‑‑Sarri.greek ♫ | 01:06, 25 Αυγούστου 2022 (UTC) |
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαἀγήρως, -ως, -ων (αττικός τύπος του ἀγήραος)
- που δεν γεράζει
- που δεν παρακμάζει
- που δεν πεθαίνει, αθάνατος
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 43.2
- κοινῇ γὰρ τὰ σώματα διδόντες ἰδίᾳ τὸν ἀγήρων ἔπαινον ἐλάμβανον καὶ τὸν τάφον ἐπισημότατον
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 43.2
Πηγές
επεξεργασία- ἀγήραος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀγήρως, ἀγήραος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.