Γεωργιανά (ka) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /akʼakʼi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: აკა‐კი

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

აკაკი < προέλευσης από την αρχαία ελληνική Ἀκάκιος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

აკაკი (ka) (akaki) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

υποκοριστικά, χαϊδευτικά:

Δείτε επίσης επεξεργασία


  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

აკაკი < μεταγραφή για τη νέα ελληνική Ακάκι

  Μεταγραφή επεξεργασία

აკაკი (ka) (akaki)

Δείτε επίσης επεξεργασία


  Ετυμολογία 3 επεξεργασία

აკაკი < μεταγραφή για τη γλώσσα ορόμο Aqaaqii

  Μεταγραφή επεξεργασία

აკაკი (ka) (akaki)

Δείτε επίσης επεξεργασία