ωμοπλατιαία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ωμοπλατιαία
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του ωμοπλατιαίος
ωμοπλατιαία
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ωμοπλατιαίο
ωμοπλατιαία
ωμοπλατιαία