Ετυμολογία

επεξεργασία
χρυσοκεντώ < χρυσο- + κεντώ

χρυσοκεντώ (παθητική φωνή: χρυσοκεντιέμαι)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία