χρυσαφένια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαχρυσαφένια
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του χρυσαφένιος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του χρυσαφένιος
χρυσαφένια