χαρωπά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χαρωπά < χαρωπός
Επίρρημα
επεξεργασίαχαρωπά
- χαρωπά τα δυο μου χέρια τα χτυπώ... (από παιδικό τραγουδάκι)
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαχαρωπά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χαρωπό