Ετυμολογία

επεξεργασία

χαρούμενα < χαρούμενος

  Επίρρημα

επεξεργασία

χαρούμενα

  • με χαρούμενο τρόπο, δείχνοντας χαρά
    ο παππούς και ο εγγονός έπαιζαν μπάλα χαρούμενα στην αυλή

  Μεταφράσεις

επεξεργασία