φτωχοποιήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαφτωχοποιήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φτωχοποιώ
- θα φτωχοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φτωχοποιώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαφτωχοποιήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φτωχοποίηση