Δείτε επίσης: φρονῶ

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φρονώ < αρχαία ελληνική φρονέω / φρονῶ < φρήν

φρονώ, παρατ. φρονούσα, χωρίς συνοπτικούς χρόνους

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία