Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φραδάζω < φραδή < φράζω (συγγενές της φράσης και διάφορο του φράσσω/φράττω και του φραγμού

  Ρήμα επεξεργασία

φραδάζω

Συγγενικά επεξεργασία