φιλεύσπλαχνα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- φιλεύσπλαχνα < φιλεύσπλαχν(ος) + -α
Επίρρημα επεξεργασία
φιλεύσπλαχνα
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
φιλεύσπλαχνα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
φιλεύσπλαχνα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του φιλεύσπλαχνος