Ετυμολογία

επεξεργασία
φασόλια < πληθυντικός αριθμός του φασόλι

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φασόλια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. το φαγητό με χλωρά φασόλια· φασολάκια
  2. η σούπα με ξερά φασόλια· φασολάδα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

φασόλια