φαιδίμω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαφαιδίμω
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική δυϊκού, αρσενικού, θηλυκού ή ουδέτερου γένους του φαίδιμος
- άλλες μορφές: εναλλακτικός τύπος για το θηλυκό: φαιδίμα (γοα την ονομαστική: ἡ φαιδίμη)