Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

υποσιτίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος υποσιτίζω
  2. θα υποσιτίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος υποσιτίζω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

υποσιτίσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του υποσίτιση