Ετυμολογία

επεξεργασία
υποδιπλασιάζω < υπο- + διπλασιάζω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.po.ði.pla.siˈa.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐πο‐δι‐πλα‐σι‐ά‐ζω

υποδιπλασιάζω , πρτ.: υποδιπλασίαζα, στ.μέλλ.: θα υποδιπλασιάσω, αόρ.: υποδιπλασίασα, παθ.φωνή: υποδιπλασιάζομαι, μτχ.π.π.: υποδιπλασιασμένος

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία