τρωτά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίατρωτά
Μεταφράσεις
επεξεργασία τρωτά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίατρωτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του τρωτός
τρωτά
|
τρωτά