τρυφηλά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τρυφηλά < τρυφηλός + -ά < ελληνιστική κοινή τρυφηλός < αρχαία ελληνική τρυφή
Επίρρημα
επεξεργασίατρυφηλά
- με τρυφηλό τρόπο, με τρυφηλότητα
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία τρυφηλά
|
Πηγές
επεξεργασία- τρυφηλός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- τρυφηλά - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίατρυφηλά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του τρυφηλός