Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ταπεινώσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ταπεινώνω
  2. θα ταπεινώσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ταπεινώνω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

ταπεινώσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ταπείνωση