Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Δείτε επίσης: λάπτοπ

  Ετυμολογία επεξεργασία

τάμπλετ < αγγλική tablet < υποκοριστικό του table < λατινικά tabula

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τάμπλετ ουδέτερο άκλιτο

  • είδος φορητού υπολογιστή, μικρών διαστάσεων, χωρίς πληκτρολόγιο και με οθόνη αφής
     συνώνυμα: ταμπλέτα
    Το ένα ρεκόρ μετά το άλλο σπάνε οι πωλήσεις συσκευών νέας τεχνολογίας, οι οποίες, σύμφωνα με έρευνα της Deloitte, το 2014 αναμένεται ότι θα ξεπεράσουν τα 750 δισ. δολάρια σε έναν κόσμο που χρόνο με τον χρόνο γίνεται όλο και πιο «ψηφιακός», καταναλώνοντας μανιωδώς κάθε νέα «έξυπνη» συσκευή της ηλεκτρονικής βιομηχανίας. Μέσα σε μόλις οχτώ χρόνια, από το 2007, ο τζίρος σε τάμπλετ, κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τηλεοράσεις και παιχνιδομηχανές έχει υπερδιπλασιαστεί, ενώ φέτος μόνο η κατηγορία των έξυπνων κινητών τηλεφώνων θα ξεπεράσει τα 375 δισ. δολάρια και τα 430 δισ. δολάρια μέχρι το 2018, από περίπου 100 δισ. δολάρια το 2010. Τα τάμπλετ, που αποτελούν επίσης μια εξαιρετικά δυναμική κατηγορία προβλέπεται ότι θα ξεπεράσουν τα 285 εκατ. τεμάχια και τα 100 δισ. δολάρια σε πωλήσεις. Έχει ενδιαφέρον μάλιστα ότι, σύμφωνα με την έρευνα της Deloitte, η περισσότερο υποσχόμενη γενιά μελλοντικών αγοραστών συσκευών νέων τεχνολογιών είναι οι… καταναλωτές άνω των 55 χρόνων, καθώς όλο και περισσότεροι «δικτυώνονται». (*)

  Μεταφράσεις επεξεργασία